Οι υποσχέσεις του Θεού δεν είναι ούτε θεωρητικές, διανοητικές διδαχές, ούτε μια αυτόματη συνέπεια της πίστης στον Ιησού. Δεν γίνονται πραγματικότητα αυτόματα χωρίς τη δική μας συμμετοχή.
Για να τις βιώσουμε στη καθημερινότητα του επίγειου βίου καλούμαστε να συνεργαστούμε με τον Θεό μέσα από προσευχή, επιμονή και υπομονή, δείχνοντας πίστη, πιστότητα, εμπιστοσύνη που φαίνεται μέσα από τα έργα μας που είναι η φανέρωση της έμπρακτης υπακοής μας.
Η Αγία Γραφή είναι γεμάτη από υποσχέσεις για ευλογίες του Θεού, όχι μόνον τις πνευματικές αλλά πρωταρχικά τις φυσικές που αφο��ούν τον επίγειο βίο μας. Κανείς που υποφέρει και στερείται δεν μπορεί να πει με χαρά και πληρότητα ότι είναι ευλογημένος.
Βεβαίως μπορούμε να νιώθουμε μεγάλη ευλογία στην καρδιά μας που ο Βασιλέας των αιώνων είναι δικός μας Κύριος, Σωτήρας και φίλος, αλλά όσο βρισκόμαστε κάτω από Σκοτάδι και βασανισμό στη σαρκική μας φύση, δεν μπορούμε σοβαρά να ισχυριστούμε ότι είμαστε ευλογημένοι – τουλάχιστον όχι με τον βιβλικό τρόπο, που δείχνει ότι η ευλογία του Θεού είναι φανερή με φυσικό τρόπο, στο φυσικό κόσμο στον οποίο ο Κύριος μας έθεσε και μας ανέθεσε να τον κυριεύσουμε και να τον εργαζόμαστε εκ μέρους Του.
Στην εκκλησιαστική κοινότητα έχει γίνει πολύ μεγάλη ζημιά από την Βυζαντινή ασκητική παράδοση που διατηρήθηκε σαν «θεολογία» στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και πέρασε και στους Ευαγγελικούς και Πεντηκοστιανούς κύκλους, σε τέτοιο βαθμό ώστε ενώ η Αγία Γραφή μιλά φανερά και δυνατά για τις ευλογίες του Θεού, πολλοί πιστοί έχουν ταυτίσει μια ζωή που φανερώνει Σκοτάδι και την κατάρα του κόσμου σαν μια πνευματική φανέρωση αγιασμού και αφιέρωσης.